Με μία δόση υπερβολής νομίζω ο Πρόεδρος της Επιτροπής Παιδείας της Βουλής, Παύλος Μυλωνάς, επεσήμανε κάτι που για όσους είναι κοντά στην εκπαίδευση είναι προφανέστατο: Στη δημόσια παιδεία μας διατίθενται τεράστια ποσά, με δυσανάλογα όμως αποτελέσματα. Ο κ. Μυλωνάς είπε ότι τα τελευταία χρόνια ξοδεύονται 1,4 δις τον χρόνο. Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά σε ολόκληρη την Ευρωπαική Ένωση.
Αφού λοιπόν «λεφτά υπάρχουν», όπως διαπιστώνει η Επιτροπή Παιδείας ομόφωνα, τι είναι αυτό που δεν επιτρέπει στην παιδεία μας να ανθίσει; Γιατί βλέπουμε τόση φτώχια στις σχολικές μας εγκαταστάσεις, γήπεδα χωράφια, ανύπαρκτα εργαστήρια ή ελλειπώς εξοπλισμένα, ποιος στερεί από τα παιδιά μας, τάξεις εξοπλισμένες με σύγχρονα υλικά, διαδραστικούς πίνακες, επαρκή εξαερισμό και χίλια άλλα τόσα;
Δεν το ανέφερε στις δηλώσεις του ο κ. Μυλωνάς, αλλά είμαι βέβαιος ότι γνωρίζει τον λόγο: Επειδή το 95% του προϋπολογισμού του υπουργείου Παιδείας ξοδεύεται στο μισθολόγιο και αυτό το ποσοστό βαίνει αυξανόμενο χρόνο με τον χρόνο. Πρόκειται για μία στρέβλωση που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσει σε κατάρρευση το δημόσιο σχολείο. Φτάσαμε σε αυτό το σημείο, διότι κάθε χρόνο αυξάνεται σημαντικά ο αριθμός των εκπαιδευτικών… ενώ οι μαθητές λιγοστεύουν.
Πως επιτυγχάνεται αυτή η στρέβλωση είναι θέμα προς συζήτηση. Αλλά το αποτέλεσμα είναι ένα. Εάν πραγματικά θέλουμε να βάλουμε το δάχτυλο επί των τύπων των ήλων, η απάντηση δεν είναι να ρίξουμε περισσότερα λεφτά τον πίθο των Δαναίδων, αλλά να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα στη ρίζα του.
Είναι αντιδημοφιλές το ξέρω, αλλά απαραίτητο.