Στις 6 Φεβρουαρίου του 2023 σεισμοί συγκλόνισαν μεγάλα τμήματα της νοτιοανατολικής Τουρκίας και της βόρειας Συρίας. Στην Τουρκία 60.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και περίπου 125.000 τραυματίστηκαν. Από τη φυσική καταστροφή επλήγησαν συνολικά 13 πόλεις. Μία από αυτές είναι η Αντάκια, η αρχαία Αντιόχεια, στην επαρχία Χατάι, κοντά στα σύνορα με τη Συρία. Η ζωή εδώ είναι ιδιαίτερα δύσκολη, μιας και πολλοί κάτοικοι ζουν ακόμα σε σκηνές.
Η 65χρονη Λέιλα Σέκερ ανήκει σε εκείνους που έχασαν τα σπίτια, αλλά και τις οικογένειές τους στην καταστροφή. Ζει μόνη της σε μια σκηνή, όπως χιλιάδες άλλοι. Την έστησε στην περιοχή όπου ζούσε. Έχασε στον φονικό σεισμό τη μητέρα και την αδελφή της «Δεν είναι δυστυχώς οι μόνοι δικοί μου που χάθηκαν», λέει. «Ο γιος του θείου μου και η 15μελής οικογένειά του σκοτώθηκαν όταν κατέρρευσε το σπίτι τους».
Οι υλικές ζημιές στην Χατάι είναι ασύλληπτες. Ιστορικά κτίρια, όπως η πρώην έδρα του κοινοβουλίου και ένα τζαμί σχεδόν 1.500 ετών κατέρρευσαν. Με δάκρυα στα μάτια η Λέιλα Σέκερ κάνει λόγο για «πόλη φάντασμα». Η πολυκατοικία στην οποία διέμενε υπέστη τόσο σοβαρές ζημιές που κατεδαφίστηκε αναγκαστικά τον περασμένο μήνα. Κάποιες φορές επισκέπτεται το σημείο, όπου βρίσκονταν το σπίτι της και αναπολεί παλιές, καλύτερες ημέρες.
Χωρίς νερό… καραδοκούν επιδημίες
Αν και έχει περάσει μισός χρόνος από τον σεισμό, οι συνθήκες διαβίωσης για πολλούς κατοίκους της επαρχίας εξακολουθούν να είναι κακές. Πολλοί άνθρωποι διαμαρτύρονται για την απουσία επαρκούς υδροδότησης. Ο 48χρονος Ρουστέμ Τσοκλού έμεινε καιρό άνεργος μετά το σεισμό. Μόλις πριν δύο μήνες άρχισε και πάλι να εργάζεται. Κατασκευάζει μεταλλικές στέγες για προκατασκευασμένα σπίτια. Δηλώνει ευχαριστημένος από την επισιτιστική βοήθεια, αλλά παραπονιέται ότι περνάει δύσκολα λόγω της έλλειψης κατάλληλων αποχωρητηρίων και των πολλών εντόμων. Ο σεισμός προκάλεσε σοβαρότατες ζημιές στην πολυκατοικία του 48χρονου. Λέει ότι ήταν παρών όταν κατεδαφίζονταν το σπίτι, στο οποίο διέμενε επί 20 χρόνια.
Σύμφωνα με τον ιατρικό σύλλογο του Δήμου Αντάκιας μόνο το 10% των κατοίκων έχει πρόσβαση στην υδροδότηση. Η έλλειψη νερού και οι κακές συνθήκες υγιεινής αυξάνουν τον κίνδυνο επιδημιών. Οι ντόπιοι αναφέρουν συχνά διαρροϊκές ασθένειες.
Σύμφωνα με την Πολεοδομία της επαρχίας 600.000 άνθρωποι έμειναν άστεγοι λόγω του καταστροφικού σεισμού. Ένα μέρος τους μετοίκησε σε άλλες πόλεις της χώρας. Οι υπόλοιποι παρέμειναν. Πριν από την καταστροφή ζούσαν στην Χατάι περίπου 1,6 εκατομμύρια άνθρωποι. Μετά τους σεισμούς η τουρκική κυβέρνηση υποσχέθηκε ότι θα κατασκευάσει άμεσα κατοικίες για να στεγάσει τους σεισμόπληκτους. Ο υπουργός Περιβάλλοντος Μεχμέτ Οζχασέκι υποσχέθηκε 255.000 νέες κατοικίες. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία βρίσκονται υπό κατασκευή 3.000 πολυκατοικίες και τα πρώτα διαμερίσματα θα παραδοθούν στους δικαιούχους τον Δεκέμβριο.
Ανθεί η αυθαίρετη δόμηση
Το τουρκικό κράτος θα αναλάβει το 60% του κόστους κατασκευής και το 40% οι πληγέντες, οι οποίοι έχουν στη διάθεσή τους μια 20ετία για την αποπληρωμή του δανείου. Κατά την άποψη του Ρουστέμ Τσοκλού το κράτος δεν θα έπρεπε να ζητά την οικονομική συμβολή των πολιτών στην ανοικοδόμηση των κατοικιών τους. Από την πλευρά της η Λέιλα Σεκέρ καθιστά σαφές ότι λόγω οικονομικών δυσκολιών τής είναι αδύνατο να πάρει στεγαστικό δάνειο.
Ειδικοί αμφισβητούν τα κυβερνητικά σχέδια ανοικοδόμησης. Ο Σέρκαν Κοτς από την Πολεοδομία της επαρχίας εκτιμά ότι το κράτος θα πρέπει να επενδύσει περισσότερα στις κατεστραμμένες υποδομές, έτσι ώστε ο πληθυσμός να αποκτήσει και πάλι πρόσβαση σε νερό, ηλεκτρικό ρεύμα και το διαδίκτυο. Παράλληλα διαπιστώνει ότι ανθεί η αυθαίρετη δόμηση: «Έχει εκτοξευθεί η κατασκευή αυθαιρέτων. Αν το κράτος δεν μπορεί να ικανοποιήσει τη θεμελιώδη ανάγκη για στέγαση, τότε οι άνθρωποι αναγκάζονται να βρουν μόνοι τους λύση», επισημαίνει.
Η Λέιλα Σέκερ θέλει να παραμείνει στη γειτονιά της ακόμα και αν ζει μέσα σε συντρίμμια. Εργάστηκε επί 32 χρόνια στο εξωτερικό και με τις οικονομίες της αγόρασε ένα διαμέρισμα στην Αντάκια: «Δεν θέλω να μετακομίσω αλλού. Επί δεκαετίες αγωνίστηκα για να αποκτήσω σπίτι. Ό,τι είχα στον κόσμο ήταν αυτό το διαμέρισμα».
Από: Ντόιτσε Βέλλε