Το υπουργείο εξωτερικών της Κούβας, εξέδωσε σήμερα ανακοίνωση, με την οποία καταγγέλλεται η Ρωσία για εμπορία προσώπων με σκοπό να ενισχύσει τα στρατεύματα της, που μετέχουν στην εισβολή στην Ουκρανία.
Πρόκειται για πρωτοφανή εξέλιξη, καθώς μετά την επικράτηση της επανάστασης το 1959, η Αβάνα δεν βρέθηκε ποτέ απέναντι στη Μόσχα, ούτε την περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης ούτε μετά τη κατάρρευση της, το 1989.
Δίκτυο στρατολόγησης
Στην ανακοίνωση του το κουβανικό υπουργείο εξωτερικών αναφέρει πως η χώρα «αντιμετωπίζει οργανωμένη επιχείρηση εμπορίας ανθρώπων για στρατιωτικούς σκοπούς».
Όπως αναφέρεται το δίκτυο αυτό έχει εντοπιστεί και η Αβάνα εργάζεται για την εξουδετέρωση και εξάρθρωση του. Πρόκειται για δίκτυο της Μόσχας που στοχεύει σε Κουβανούς που ζουν στη Ρωσία ή και στη Κούβα και επιχειρεί να τους στρατολογήσει για να πολεμήσουν στην Ουκρανία. «Απόπειρες αυτού του χαρακτήρα έχουν εξουδετερωθεί και έχουν κινηθεί ποινικές διαδικασίες κατά ατόμων που εμπλέκονται σε αυτές τις δραστηριότητες», αναφέρεται στην ανακοίνωση.
«Οι εχθροί της Κούβας» σημειώνεται «προωθούν παραπλανητικές πληροφορίες που επιδιώκουν να αμαυρώσουν την εικόνα της χώρας και να την παρουσιάζουν ως συνένοχο σε αυτές τις ενέργειες, τις οποίες απορρίπτουμε κατηγορηματικά. Η Κούβα έχει σταθερή και ξεκάθαρη ιστορική θέση κατά του μισθοφορισμού και διαδραματίζει ενεργό ρόλο στα Ηνωμένα Έθνη για την αποκήρυξη αυτής της πρακτικής, ως εισηγήτρια πολλών από τις πρωτοβουλίες που εγκρίθηκαν για αυτές τις πρακτικές».
Το υπουργείο εξωτερικών στην Αβάνα καθιστά σαφές πως «η Κούβα δεν είναι μέρος της πολεμικής σύγκρουσης στην Ουκρανία. Ενεργεί και θα συνεχίσει να ενεργεί αποφασιστικά εναντίον οποιουδήποτε, μετέχει σε οποιαδήποτε μορφή εμπορίας ανθρώπων με σκοπό τη στρατολόγηση ή τον μισθοφορισμό, ώστε Κουβανοί πολίτες να εμπακούν σε ένοπλες συγκρούσεις εναντίον οποιασδήποτε χώρας».
Χάνεις φίλους και δυνάμεις η Μόσχα
Είναι προφανές ότι οι σχέσεις Μόσχας – Αβάνας δεν διέρχονται και την καλύτερη περίοδο τους, λόγω των πρακτικών του Βλαντιμίρ Πούτιν. Παράλληλα, επιβεβαιώνεται πως η ρωσική στρατιωτική μηχανή αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα και έχει μεγάλες απώλειες στην Ουκρανία. Παρά την ευρεία επιστράτευση εκατοντάδων χιλιάδων Ρώσων και την χρησιμοποίηση των μισθοφόρων της Wagner, με στρατολόγηση ακόμα και καταδίκων, το έμψυχο δυναμικό των ρωσικών δυνάμεων εισβολής, δεν μπορεί να καλύψει τα κενά. Γκρίνια παρατηρείται και μεταξύ των Τσετσένων που θεωρούν ότι έχουν αναλάβει δυσανάλογα μεγάλο βάρος για την εισβολή στην Ουκρανία, πληρώνοντας βαρύ τίμημα.
Αποστάσεις από τη Ρωσία παίρνει και η Αρμενία η οποία σύμφωνα με παραδοχή του πρωθυπουργού της Νικόλ Πασινιάν «η αρχιτεκτονική ασφαλείας της Αρμενίας ήταν 99,999% συνδεδεμένη με τη Ρωσία, περιλαμβανομένης της προμήθειας όπλων και πυρομαχικών. Όμως σήμερα βλέπουμε πως και η ίδια η Ρωσία χρειάζεται όπλα και πυρομαχικά για τον πόλεμο στην Ουκρανία και σε αυτή την κατάσταση είναι κατανοητό πως ακόμη κι αν το επιθυμεί, η Ρωσική Ομοσπονδία δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες ασφαλείας της Αρμενίας». Ο Ν. Πασινιάν τάχθηκε υπέρ της ενίσχυσης των σχέσεων της χώρας του με τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Την ίδια ώρα, ο Βλ. Πούτιν αναζητεί τρόπους ενίσχυσης των στρατευμάτων του με όπλα και πυρομαχικά και στρέφεται προς τη Βόρεια Κορέα. Και αυτή η εξέλιξη αποτελεί ένδειξη της δυσχερούς θέσεως στην οποία βρίσκεται καθώς οι ουκρανικές δυνάμεις προωθούνται σταθερά στα μέτωπα.
Κ.Ε