«Η τραγωδία του Ναγκόρνο Καραμπάχ και, μια μέρα, ίσως, της Αρμενίας είναι ένα τεστ, ένας τόπος δοκιμασίας. Είτε παίρνουμε το μέρος αυτού του φιλικού λαού χωρίς δισταγμούς και επιβάλουμε στο Αζερμπαϊτζάν τις ίδιες κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία, είτε ο λόγος μας δεν έχει πια καμιά αξία, και η συμμαχία με τη Δύση καθίσταται παντού περισσότερο επικίνδυνη παρά επιθυμητή. Και χάνουμε το στρατηγικό και ηθικό πλεονέκτημα της δυναμικής μας στην Ουκρανία», γράφει ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί σε άρθρο στο Le Point. Ο γάλλος στοχαστής κατηγορεί τις δημοκρατίες της Δύσης ότι ξέχασαν το Ναγκόρνο-Καραμπάχ και τους 120.000 Αρμένιους πολίτες του. Όπως ξέχασαν επίσης τα προηγούμενα χρόνια τους Κούρδους του Ιράκ, τους Κούρδους της Ροχάβα, τους δημοκράτες της Συρίας, τις γυναίκες του Αφγανιστάν αλλά και τους Ουκρανούς, οι οποίοι πριν από μία δεκαετία επαναστάτησαν με στόχο να ενωθούν με τη Δύση, αλλά όταν ο Πούτιν αντέδρασε, εισβάλλοντας στην Κριμαία, η Δύση θεώρησε πως επρόκειτο για τετελεσμένο γεγονός. Σήμερα, μια παρόμοια κατάσταση παρατηρείται στο Ναγκόρνο Καραμπάχ.
«Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι πέθαναν, πολεμώντας υπέρ ή κατά (του Ναγκόρνο Καραμπάχ), καταστράφηκαν οι καριέρες δύο προέδρων – ενός Αρμένιου και ενός Αζέρου – και μια γενιά αμερικανών, ρώσων, και ευρωπαίων διπλωματών υπέφερε, προωθώντας θνησιγενή ειρηνευτικά σχέδια», γράφουν σε ανταπόκρισή τους από την Αρμενία οι Αντριου Χίγκινς και Ιβάν Νετσεπουρένκο των New York Times. Το ζήτημα του Ναγκόρνο Καραμπάχ απασχόλησε έξι προέδρους των ΗΠΑ, αλλά η αυτοανακηρυχθείσα Δημοκρατία στον ορεινό θύλακα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ — που δεν αναγνωρίζεται από καμία άλλη χώρα – «εξαφανίστηκε τόσο γρήγορα την προηγούμενη εβδομάδα που ο αρμενικός πληθυσμός του είχε μόνο λίγα λεπτά για να μαζέψει τα πράγματά του, πριν εγκαταλείψει τα σπίτια του και προβεί σε μια έξοδο που υποκινείται από τον φόβο της εθνοκάθαρσης από ένα θριαμβεύον Αζερμπαϊτζάν», προσθέτουν. Αφού άντεξε σε περισσότερο από τρεις δεκαετίες διακεκομμένου πολέμου και στις πιέσεις εξωτερικών μεγάλων δυνάμεων να εγκαταλείψει, ή έστω να μετριάσει, τις απαιτήσεις της ως ανεξάρτητη χώρα με δικό της πρόεδρο, στρατό, σημαία και κυβέρνηση, η Δημοκρατία του Αρτσάχ (που βρίσκεται εντός των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων του Αζερμπαϊτζάν) «κατέρρευσε σχεδόν μέσα σε μια νύχτα», επισημαίνουν.
Μέχρι την περασμένη εβδομάδα, η μικροσκοπική αυτοανακηρυχθείσα Δημοκρατία, με λιγότερους από 150.000 πολίτες, επίσημα τελούσε υπό την προστασία της Ρωσίας, του παραδοσιακού προστάτη της Αρμενίας και συμμάχου της από το 1992 σε έναν οργανισμό συλλογικής ασφάλειας υπό την ηγεσία της Μόσχας (CSTO). Το 2020 το Κρεμλίνο έστειλε ειρηνευτικές δυνάμεις στην περιοχή και δεσμεύτηκε να κρατήσει ανοικτό τον Διάδρομο του Λατσίν, τη μοναδική οδική αρτηρία που συνδέει τον θύλακα με την Αρμενία. Φέτος, όμως, έχοντας την προσοχή της στραμμένη στην Ουκρανία και επιδιώκοντας να αναπτύξει στενότερους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς με το Αζερμπαϊτζάν και τη σύμμαχό του Τουρκία, η Μόσχα δεν παρενέβη, νωρίτερα κατά τη διάρκεια του έτους, όταν το Αζερμπαϊτζάν έκλεισε, τελικά, τον διάδρομο, διακόπτοντας την τροφοδοσία του θύλακα με τρόφιμα, καύσιμα και φάρμακα. Και την προηγούμενη εβδομάδα, κατά τη διάρκεια της αστραπιαίας επίθεσης των Αζέρων κατά της ανίσχυρης άμυνας των Αρμενίων του Ναγκόρνο Καραμπάχ, το Κρεμλίνο διέταξε τις ειρηνευτικές δυνάμεις του να μην επέμβουν. Οσον αφορά τη Δύση «σχεδόν κανείς, περιλαμβανομένης της κυβέρνησης των ΗΠΑ, δεν προέβλεψε την ταχεία κατάρρευση», γράφουν οι δημοσιογράφοι των New York Times. «Είμαστε όλοι σοκαρισμένοι. Ολοι καταλαβαίνουν ότι αυτό είναι το τέλος — η πλήρης καταστροφή του Αρτσάχ», δήλωσε ο Μπενιαμίν Πογκοσιάν, πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Αμυνας της Αρμενίας. «Το μοναδικό που έχει πραγματικά σημασία τώρα είναι να απομακρύνουμε τους ανθρώπους ασφάλεια». «Το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, το οποίο κήρυξε την ανεξαρτησία του το 1991, είναι εδώ και περισσότερο από τρεις δεκαετίες συνώνυμο της διπλωματικής αποτυχίας – ένα μόνιμο πρόβλημα παρόμοιο με τη διένεξη Ισραήλ-Παλαιστίνης ή την κατάσταση στην Κύπρο. Ωστόσο, σχεδόν εν ριπή οφθαλμού, το Ναγκόρνο-Καραμπάχ έχει πλέον “λυθεί” — με τη δύναμη των όπλων, αφήνοντας τους τρομοκρατημένους Αρμένιους στο έλεος του Ιλχάμ Αλίγιεφ, προέδρου του Αζερμπαϊτζάν, ενός ηγέτη που επί χρόνια καλλιεργούσε το μίσος για τους Αρμένιους», συνοψίζουν οι Αντριου Χίγκινς και Ιβάν Νετσεπουρένκο. Αναφέρουν ενδεικτικά πως το 2012 ο Αλίγιεφ απένειμε χάρη, προήγαγε και χαιρέτισε ως ήρωα έναν Αζέρο στρατιωτικό που είχε καταδικαστεί στην Ουγγαρία για τη δολοφονία, με τσεκούρι, ενός Αρμένιου στρατιώτη με τον οποίο παρακολουθούσαν μαζί μια σειρά μαθημάτων του ΝΑΤΟ. Καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, ωστόσο έπειτα από μία εξαετία απελάθηκε, στο Αζερμπαϊτζάν, με τον όρο ότι θα συνέχιζε να εκτίει την ποινή του. Αντιθέτως τον υποδέχτηκαν στο αεροδρόμιο με λουλούδια και τον άφησαν ελεύθερο. «Η Αρμενία διάβασε τις δηλώσεις του Αλίγιεφ ο οποίος, ουρλιάζοντας στο ραδιόφωνο, είπε ότι οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο Καραμπάχ είναι υπάνθρωποι, τους οποίους σκοπεύει να “κυνηγήσει σαν τα σκυλιά”», γράφει ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί αναφορικά με το μίσος του προέδρου (δικτάτορα) του Αζερμπαϊτζάν για τους Αρμένιους. Πλέον στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυκλοφορούν ανεπιβεβαίωτες αναφορές για μαζικές δολοφονίες και βιασμούς, τις οποίες ανταλλάσσουν μεταξύ τους όλοι όσοι έχουν τραπεί σε φυγή, φοβούμενοι μια επανάληψη της γενοκτονίας των Αρμενίων από τους Οθωμανούς το 1915. «Ευτυχώς δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε τέτοια άκρα. Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τη μοίρα των 120.000 προσφύγων που αναμένονται στο Γερεβάν με εκείνη του ενάμισι εκατομμυρίου ανθρώπων (ανδρών, γυναικών και παιδιών) που, εκείνη την εποχή, τους έγδαραν ή τους παλούκωσαν, τους αποτελείωσαν με τσεκούρια ή πριόνια, τους ξέχασαν σε σφραγισμένα βαγόνια [..] και, όσον αφορά όσους επέζησαν, εγκαταλείφθηκαν στις ερήμους της Συρίας, αφέθηκαν να πεθάνουν από πείνα και δίψα, να τους κατασπαράξουν τα όρνεα, χωρίς ελπίδα», γράφει ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί.
«Το επιχείρημα, ωστόσο, είναι το ίδιο. Η πρόθεση των νεο-οθωμανών -που ως γνωστόν δεν παραδέχτηκαν ποτέ το έγκλημα του 1915- είναι αναμφίβολα η ίδια», προσθέτει. «Σε κάθε περίπτωση, όταν αυτές οι εικόνες είναι χαραγμένες στη σάρκα και στην ψυχή κάποιου, όταν πρόκειται για εγγόνια ή δισέγγονα βετεράνων ή επιζώντων, δεν γίνεται -βλέποντας αυτά που βλέπουμε- να μην σκεφτούν ότι αυτή η γενοκτονία θα μπορούσε να επαναληφθεί. Δεν γίνεται, όταν είσαι φίλος τους, να μην το φοβάσαι μαζί τους». Σύμφωνα με τον Λεβί, υπάρχει ακόμα χρόνος για να αντιδράσουν οι δυτικές δημοκρατίες στην επιθετικότητα του Αζερμπαϊτζάν. Ενδέχεται, ωστόσο, να είναι πολύ αργά πια. «Αποτελεί πραγματική τραγωδία το πώς οι πολυετείς διεθνείς προσπάθειες για την εξεύρεσ η μιας δίκαιης λύσης στη σύγκρουση κατέρρευσαν μέσα σε 24 ώρες», ανέφερε σχετικά στους New York Times ο βρετανός δημοσιογράφος Τόμας ντε Βάαλ, συγγραφέας του βιβλίου«Black Garden: Armenia and Azerbaijan Through Peace and War».
ΠΗΓΗ: Protagon.gr